Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Ο θεσμός της Δημοτικής Αστυνομίας στην Ελλάδα (από το 1833) - Άρθρο στο ιστολόγιο της Πανελλήνιας Ένωσης Αξιωματικών Λιμενικού Σώματος

Άρθρο του Πλοιάρχου Λ.Σ. Τρύφωνα Χαρ. Κοροντζή

Στην Ελλάδα το 1980 και συγκεκριμένα με το Ν. 1065/1980 (Α΄ 168) [άρθρο 24 παράγραφος 2] μετά την παρέλευση περίπου ενός αιώνα από την καταργησή του, επανασυστήθηκε ο θεσμός της Δημοτικής Αστυνομίας. Ο εν λόγω θεσμός λόγω των θεσμικών αδυναμιών που παρουσίασε στην συγκρότηση, οργάνωση και λειτουργία του, οδήγησε είκοσι οκτώ (28) χρόνια μετά την επασυστασή του στην κατάρτιση του Ν. 3731/2008 (Α΄ 263).

Με τον εν λόγω νόμο επιχειρήθηκε ο επανακαθορισμός του θεσμικού πλαισίου της  ιδίως σε ότι αφορά τις αρμοδιοτητές της, τον τρόπο ασκησής τους καθώς και την εσωτερική της οργάνωση. Επίσης μέσω της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας καταβλήθηκε προσπάθεια προσαρμογής στις ανάγκες της σύγχρονης πραγματικότητας, ιδιαίτερα μετά τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (άρθρο 102 του Συντάγματος) και την αναβάθμιση του ρόλου της μέσω του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων [Ν. 3643/2006 (A΄  114)]. 

Ο θεσμός της Δημοτικής Αστυνομίας καταργήθηκε 33 χρόνια μετά, με το άρθρο 81 του νόμου που φέρει τον τίτλο «Φορολογία Εισοδήματος, Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012,του ν.4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις» και ψηφίστηκε στην Ελληνική Βουλή την 17-07-2013.

Ιστορικά ο θεσμός της δημοτικής αστυνομίας εμφανίζεται στο νοεσύστατο Ελληνικό κράτος λίγο μετά την απελευθέρωση. Όπως είναι γνωστό μία από τις πρώτες φροντίδες των επαναστατημένων Ελλήνων του 1821 ήταν να οργανώσουν την Αστυνομία τους. Στο Σύνταγμα μάλιστα της Επιδαύρου (1822) ένα από τα πέντε Υπουργεία που ιδρύθηκαν ήταν εκείνο της Αστυνομίας.

Έτσι σε κάθε Επαρχία της επαναστατημένης χώρας, δίπλα στον Έπαρχο υπήρχε και ένας «Γενικός Αστυνόμος», διορισμένος από την Κεντρική Διοίκηση, με ανάλογο αριθμό στρατιωτών. Τη θέση του υπουργού της Αστυνομίας κατέλαβαν προσωπικότητες όπως ο Ανδρέας Μεταξάς και ο Γρηγόριος Παπαφλέσσας.

Μετά την άφιξη του Όθωνα στο Ναύπλιο (1833), οι Βαυαροί οργάνωσαν ένα διφυές αστυνομικό σύστημα. Την τοπική αστυνομία την ανέθεσαν στους Δήμους, υπό την ευθύνη, άμεση ή έμμεση των Δημάρχων, ενώ την αστυνομία της χώρας στη χωροφυλακή.

Η Δημοτική Αστυνομία διεκπεραίωσε καθήκοντα τοπικής αστυνομίας μέχρι το 1893. Στους μικρούς Δήμους οι αστυνομικοί κλητήρες (αλλιώς «ειρηνοφύλακες», καπουκεχαγιάδες ή τραμπούκοι) ήσαν υπό την άμεση διοίκηση των Δημάρχων. Στους μεγαλύτερους Δήμους με Βασιλικά Διατάγματα,  διορίζονταν ένας ή δύο Αστυνόμοι (ο ένας για την αγροτική ασφάλεια).

Στα 1849, ιδρύθηκε αρχικά πολιτικό και κατά τα Βρετανικά πρότυπα, το Σώμα της «Διοικητικής Αστυνομίας» για την Αθήνα και τον Πειραιά. Ο Διευθυντής της, με βαθμό νομάρχη, υπαγόταν απευθείας στο υπουργείο Αστυνομικών, επικεφαλής των τεσσάρων (4) Αστυνομικών της Αθήνας και ενός (1) του Πειραιά. Οι επικεφαλής ονομάζονταν υπαστυνόμοι, ενώ τα κατώτερα όργανα έφεραν το βαθμό του αστυνομικού κλητήρα.

Τα σοβαρά προβλήματα τάξης που ανέκυπταν στην γρήγορα αστικοποιούμενη πρωτεύουσα, οδήγησαν τον πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη στην αναδιοργάνωση της Διοικητικής Αστυνομίας (1893),  η οποία και στρατιωτικοποιήθηκε.

 Οι Διευθυντές ήταν αξιωματικοί του Στρατεύματος ή της Χωροφυλακής (πρώτος ο γνωστός ταγματάρχης του πεζικού Δημήτριος Μπαϊρακτάρης), οι Υπαστυνόμοι έγιναν Αστυνόμοι και αυτοί αξιωματικοί, ενώ τα κατώτερα όργανα ονομάστηκαν «Αστυφύλακες». Ήταν η πρώτη φορά που εισαγόταν αυτός ο τίτλος στην Ελληνική Αστυνομία.

 Η πιο πάνω μεταρρύθμιση συνοδεύτηκε από την κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας και την στρατιωτικοποίηση της τοπικής αστυνομίας. Ο θεσμός αυτός καταργήθηκε το 1906 υπό την πίεση των αναγκών τάξης και ασφάλειας στη χώρα. Συγκεκριμένα το 1906 θα ανατεθούν  στη Χωροφυλακή εκτός από τα λοιπά καθήκοντα της και η άσκηση της τοπικής αστυνομίας. 
Ταυτόχρονα στα Επτάνησα (1815-1864) λειτούργησε το διφυές αστυνομικό σύστημα της Διοικητικής και Εκτελεστικής Αστυνομίας. Το ίδιο και στην Ηγεμονία της Σάμου (1830-1912) με την Αστυνομία και την Ηγεμονική Χωροφυλακή.      

Η αναγέννηση του θεσμού της Δημοτικής Αστυνομίας ως ειδικής αυτοτελούς υπηρεσίας των Δήμων και Κοινοτήτων στη σύγχρονη εποχή πραγματοποιείται με το Ν. 1065/1980 και το άρθρο 24 παραγ. 2, με το οποίο δινόταν η δυνατότητα στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) να συγκροτήσουν ειδική υπηρεσία για τον έλεγχο τήρησης των διατάξεων, οι οποίες αναφέρονταν στην άσκηση συγκεκριμένων ρητά προσδιορισμένων αρμοδιοτήτων. 

Ακολούθως με άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις, διευρύνθηκαν οι αρμοδιότητες που ασκούσε η συγκεκριμένη υπηρεσία, ενώ είχε ξεκινήσει η πρόσληψη προσωπικού για τη στελεχωσή της από μεγάλους Δήμους της Ελλάδας χωρίς καμία στρατηγική και πρόγραμμα.

Τα προαναφερόμενα σχετικά  νομοθετήματα καταργήθηκαν με την έναρξη ισχύος του Π.Δ. 23/2002 (Α΄ 19), το οποίο επιχείρησε να απαριθμήσει τις αρμοδιότητες της Δημοτικής Αστυνομίας αλλά και να καθορίσει τη συγκροτησή της, την εκπαίδευση του προσωπικού της και την οργανωτική της δομή. Η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση απέτυχε γιατί το προαναφερόμενο Π.Δ. περιείχε διατάξεις οι οποίες δημιουργούσαν σύγχυση, αντί να συμβάλουν στη βιώσιμη λειτουργία του θεσμού. Αποτέλεσμα αυτών των μεταρρυθμίσεων ήταν να μην μπορεί να αποκτήσει συγκεκριμένο ρόλο και να λειτουργεί ως μία υπηρεσία του Δήμου που της είχαν ανατεθεί αρμοδιότητες τυπικές και αποσπασματικές κυρίως ελεγκτικές.

Ακολούθως με το Ν. 3274/2004 (Α΄ 195), άρθρο 35 παρ. 12 προκειμένου να υπάρχει μία ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς, περιορίστηκαν οι υποχρεωτικές αρμοδιότητες της Δημοτικής Αστυνομίας και δόθηκε στους Ο.Τ.Α. που διέθεταν δημοτικούς αστυνομικούς, η δυνατότητα για προαιρετική άσκηση αρμοδιοτήτων, χωρίς όμως τα επιθυμητά αποτελέσματα λόγω της περιορισμένης κινητοποίησης των τοπικών αρχών. Ακολούθησε  η έκδοση του Π.Δ. 135/2006 (Α΄ 135) με το οποίο ρυθμίστηκε το σύστημα πρόσληψης και εκπαίδευσης του προσωπικού που στελεχώνει τη Δημοτική Αστυνομία.  

Με το νέο Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων [Ν. 3643/2006 (Α΄ 114)], μεταξύ των άλλων συστηματικοποιήθηκε και κατηγοριοποιήθηκε το εύρος των αρμοδιοτήτων των Δήμων και Κοινοτήτων, με αποτέλεσμα ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να αναβαθμιστεί, να γίνει ουσιαστικότερος και να σηματοδοτήσει την προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα. Αυτό το γεγονός είχε ως περαιτέρω συνέπεια, τη θεσμική αναβάθμιση και της Δημοτικής Αστυνομίας, αφού οδηγώντας στη διεύρυνση των τοπικών υποθέσεων επέφερε και τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της. Δημιουργήθηκε ένα τεκμήριο υπέρ της Δημοτικής Αστυνομίας για τον έλεγχο εφαρμογής των κανονιστικών ρυθμίσεων που αφορούν τοπικές υποθέσεις. 

Ακολούθησε o N. 3731/2008 (Α΄ 263) με τίτλο «Αναδιοργάνωση της δημοτικής αστυνομίας και ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εσωτερικών», ο οποίος προσπάθησε έχοντας όλα τα ανωτέρω υπόψη να βάλει σε νέο πλαίσιο το θεσμό της Δημοτικής Αστυνομίας. 
Σημαντικό ρόλο στην επαναφορά του θεσμού της Δημοτικής Αστυνομίας στη χώρα μας, πριν μερικά χρόνια διαδραμάτισε μέσω των άλλων και το αναθεωρημένο άρθρο 102 του Συντάγματος. 

Συγκεκριμένα στο υπόψη άρθρο, αναφέρεται ότι η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, ενώ υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Με νόμο δύναται να καθορίζεται το εύρος και οι κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και η κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο επίσης μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους. 

Οι αρμοδιότητες της Δημοτικής Αστυνομίας καθορίζονταν σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 3731/2008 (Α΄ 263) και εντός του πλαισίου των διατάξεων των άρθρων 75 και 79 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το Ν. 3463/2006 (Α΄ 114). Οι αρμοδιότητες που ασκούσε ήταν:
(1) Τήρηση των διατάξεων που αφορούν την ύδρευση, την άρδευση και την αποχέτευση, όπως αυτές περιλαμβάνονται στην εκάστοτε κείμενη νομοθεσία, στις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές και στις αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων των δημοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης.
(2) Έλεγχος της τήρησης των όρων που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία και στις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές, για τη χρήση των αλσών και των κήπων, των πλατειών, των παιδικών χαρών και των λοιπών κοινόχρηστων χώρων.
(3) Έλεγχος της τήρησης των όρων οι οποίοι προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία και στις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές, για τη χρήση και λειτουργία των δημοτικών και κοινοτικών αγορών, των εμποροπανηγύρεων, των ζωοπανηγύρεων, των χριστουγεννιάτικων αγορών και γενικά των υπαίθριων δραστηριοτήτων.
(4) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στο υπαίθριο εμπόριο και στις λαϊκές αγορές.
(5) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στην υπαίθρια διαφήμιση, καθώς και τον έλεγχο της τήρησης ειδικότερων προδιαγραφών κατασκευής και προϋποθέσεων τοποθέτησης διαφημιστικών πλαισίων, που τυχόν έχουν τεθεί με τοπικές κανονιστικές αποφάσεις, από τις δημοτικές και κοινοτικές αρχές.
(6) Έλεγχος της τήρησης της καθαριότητας σε κοινόχρηστους υπαίθριους χώρους της εδαφικής περιφέρειας του οικείου δήμου ή κοινότητας και γενικότερα της τήρησης των κανόνων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία και τις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές για την αναβάθμιση της αισθητικής των πόλεων και των οικισμών.
(7) Έλεγχος της τήρησης των μέτρων που επιβάλλονται για την πρόληψη πυρκαγιών σε κοινόχρηστους υπαίθριους χώρους.
(8) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στην κυκλοφορία των πεζών, τη στάση και στάθμευση των οχημάτων, στην επιβολή των διοικητικών μέτρων του άρθρου 103 του Ν. 2696/1999, όπως ισχύει, για την παράνομη στάθμευση οχημάτων, καθώς και την εφαρμογή των διατάξεων, που αναφέρονται στην κυκλοφορία τροχοφόρων στους πεζόδρομους, πλατείες, πεζοδρόμια και γενικά σε χώρους που δεν προορίζονται για τέτοια χρήση και στην εκπομπή θορύβων από αυτά. 
Οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνταν, παράλληλα και κατά περίπτωση, και από την ΕΛ.ΑΣ. και το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Όταν κατά την άσκηση τους επιλαμβάνονταν η Δημοτική Αστυνομία και η ΕΛ.ΑΣ. ή το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., ταυτόχρονα, το συντονισμό είχε η ΕΛ.ΑΣ. ή το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά περίπτωση.
(9) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων, που αφορούν στη ρύθμιση της κυκλοφορίας με υποδείξεις και σήματα των τροχονόμων στο δημοτικό οδικό δίκτυο και στα τμήματα του εθνικού και επαρχιακού δικτύου που διέρχονται μέσα από κατοικημένες περιοχές. Η αρμοδιότητα αυτή εξακολουθούσε να ασκείται, παραλλήλως και κατά περίπτωση, από την ΕΛ.ΑΣ. και το Λ.Σ..-ΕΛ.ΑΚΤ. Όταν κατά την άσκηση της επιλαμβάνονταν η Δημοτική Αστυνομία και η ΕΛ.ΑΣ. ή το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., ταυτόχρονα, το συντονισμό είχε η ΕΛ.ΑΣ. ή το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά περίπτωση.
(10) Έλεγχος της τήρησης, που αφορούσαν τα εγκαταλελειμμένα οχήματα.
(11) Έλεγχος της τήρησης που αφορά στη σήμανση των εργασιών που εκτελούνται στις οδούς και στις υποχρεώσεις αυτών που εκτελούν έργα και εναποθέτουν υλικά και εργαλεία στο δημοτικό και κοινοτικό οδικό δίκτυο και ελέγχος για τη λήψη μέτρων ασφάλειας και υγιεινής σε εργασίες που εκτελούνται.
(12) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στη λειτουργία παιδότοπων.
(13) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στη λειτουργία καταστημάτων, επιχειρήσεων, θεάτρων, κινηματογράφων, ψυχαγωγικών και λοιπών δραστηριοτήτων, για τις οποίες αρμόδιος για τη χορήγηση, ανάκληση και αφαίρεση αδειών ίδρυσης, εγκατάστασης, λειτουργίας και ασκήσεως τους είναι ο οικείος Δήμος ή Κοινότητα, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες για τις οποίες έχουν ορισθεί άλλες αρχές αρμόδιες για το σχετικό έλεγχο.
(14) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων για την ηχορρύπανση, την κοινή ησυχία και τη λειτουργία μουσικής στα καταστήματα και στα δημόσια κέντρα.
(15) Εκτέλεση των διοικητικών κυρώσεων που αφορούν τη λειτουργία καταστημάτων και επιχειρήσεων, των οποίων την άδεια ίδρυσης και λειτουργίας χορηγούν οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές.
(16) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν τους οργανωμένους από τους Δήμους και Κοινότητες χώρους προσωρινής εγκατάστασης μετακινούμενων πληθυσμιακών ομάδων.
(17) Έλεγχος γαι την εφαρμογή των μέτρων που λαμβάνονται από τις δημοτικές και τις κοινοτικές αρχές για δραστηριότητες και καταστάσεις που εγκυμονούν κινδύνους για τη ζωή και την περιουσία των κατοίκων και ειδικότερα από τις επικίνδυνες οικοδομές, καθώς και την εφαρμογή των κανονιστικών πράξεων που τίθενται από αυτές για την προστασία της υγείας των κατοίκων από τις οχλούσες δραστηριότητες που αναφέρονται σε αυτές.
(18) Έλεγχος της τήρησης των σχετικών διατάξεων, που αφορούν στο Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό.
(19) Αφαίρεση της άδεια οικοδομής για οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές στο Ίδρυμα κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.).
(20) Έλεγχος γιατην τήρηση των μέτρων για την προστασία των μουσείων, μνημείων, σπηλαίων, αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων της περιοχής του Δήμου ή της Κοινότητας και των εγκαταστάσεων αυτών, που λαμβάνονται από τις οικείες δημοτικές και κοινοτικές αρχές.
(21) Συμμετοχή στην εφαρμογή των σχεδίων πολιτικής προστασίας.
(22) Έλεγχος επιχειρήσεων τουριστικού ενδιαφέροντος, σχετικά με την εφαρμογή της τουριστικής νομοθεσίας (βεβαίωση παραβάσεων, εκτέλεση διοικητικών κυρώσεων, θεώρηση τιμοκαταλόγων των δωματίων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και καταλυμάτων) στις περιπτώσεις που αυτές λειτουργούν σε νομούς ή νησιά όπου δεν εδρεύουν υπηρεσίες του Eθνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.).
(23) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων για το ωράριο λειτουργίας των κέντρων διασκέδασης και των συναφών καταστημάτων, καθώς και των εμπορικών καταστημάτων και των καταστημάτων τροφίμων.
(24) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν τα ζώα συντροφιάς.
(25) Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν τις κάθε είδους κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδουν οι δημοτικές αρχές, καθώς και την επιβολή των πάσης φύσεως διοικητικών μέτρων που προβλέπονται από αυτές.
(26) Προστασία της δημοτικής και κοινοτικής περιουσίας.
(27) Διενέργεια αυτοψίας για την εξακρίβωση των προϋποθέσεων που απαιτούνται για την έκδοση διοικητικών πράξεων από τα όργανα του Δήμου ή της Κοινότητας και, ιδίως, διενέργεια αυτοψίας και σύνταξη έκθεσης για την έκδοση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής και για τη χορήγηση βεβαίωσης μόνιμης κατοικίας.
(28) Επίδοση πάσης φύσεως εγγράφων του οικείου Δήμου ή άλλων Δημοτικών Αρχών εντός των διοικητικών ορίων του οικείου Δήμου.
2. Η ΕΛ.ΑΣ. παρείχε συνδρομή στο προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας κατά την άσκηση του έργου της και, ειδικότερα, σε προγραμματισμένους ελέγχους της Δημοτικής Αστυνομίας ή σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, όπου τούτο προβλέπεται.
3. α) Σε όσους Δήμους ή Κοινότητες είχε συσταθεί με τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας Δημοτική Αστυνομία, η οποία στελεχωνόταν με προσωπικό που υπερβαίνει τα πενήντα (50) άτομα, ασκούνταν όλες οι αρμοδιότητες της παραγράφου 1.
β) Εφόσον η Δημοτική Αστυνομία στελεχωνόταν με προσωπικό λιγότερο των πενήντα (50) ατόμων, ασκούνταν υποχρεωτικά οι αρμοδιότητες των περιπτώσεων 1−8, 10, 11, 15, 16, 19, 21, 22 και 24−28 της παραγράφου 1 του παρόντος. Οι λοιπές αρμοδιότητες εξακολουθούσαν να ασκούνται από την ΕΛ.ΑΣ..
γ) Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτής της παραγράφου απαιτείτο η έκδοση διαπιστωτικής πράξης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, η οποία δημοσιεύεταν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Οι αρμοδιότητες της παραγράφου 1 που δεν περιλαμβάνονταν στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 μπορούσαν να ασκηθούν, μεμονωμένα ή στο σύνολο τους, και από Δημοτική Αστυνομία που στελεχώνοταν με λιγότερους από πενήντα (50) δημοτικούς αστυνομικούς.
Για την άσκηση τους εκδιδόταν απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, η οποία δημοσιεύεταν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου. Μέχρι την έκδοση της ανωτέρω απόφασης οι αρμοδιότητες αυτές εξακολουθούσαν να ασκούνται από την ΕΛ.ΑΣ..
5. Δήμοι ή Κοινότητες που δεν είχαν συστήσει Υπηρεσία Δημοτικής Αστυνομίας μπορούσαν να συνάπτουν συμβάσεις διαδημοτικής συνεργασίας με όμορους Δήμους ή Κοινότητες που διέθεταν τέτοια υπηρεσία, κατά τις διατάξεις του άρθρου 222 του Ν. 3463/2006, με τις οποίες τους ανέθεταν την άσκηση αρμοδιοτήτων Δημοτικής Αστυνομίας στην περιφέρεια τους. Με τις συμβάσεις αυτές προσδιορίζονταν ειδικότερα οι αρμοδιότητες που θα ασκούνταν.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά από γνώμη της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), καθοριζόταν ο τρόπος άσκησης των αρμοδιοτήτων της Δημοτικής Αστυνομίας, η διαδικασία ελέγχου και βεβαίωσης των παραβάσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Με  το άρθρο 81 του νόμου που φέρει τον τίτλο «Φορολογία Εισοδήματος, Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012,του ν.4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις», καθορίστηκε ότι από 23-09-2013 καταργούνται στους Δήμους οι θέσεις ΠΕ-ΤΕ-ΔΕ-ΥΕ της Δημοτικής Αστυνομίας και οι υπάλληλοι των θέσεων που καταργούνται, τίθενται σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του Ν. 4093/2012 (Α΄ 222). 

Οι αρμοδιότητες που είχαν ανατεθεί με διατάξεις νόμων ή κανονιστικών πράξεων στη  δημοτική αστυνομία θα ασκούνται από 23-09-2013 από την ΕΛ.ΑΣ.. Με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Δημοσίας Τάξης & Προστασίας του Πολίτη, μπορεί να ρυθμίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου 81.

Με αυτόν τον τρόπο έκλεισε ο κύκλος συγκρότησης και δραστηριοποίησης της δημοτικής αστυνομίας που ξεκίνησε το 1980. Μίας συγκρότησης και δραστηριοποίησης η οποία διαμορφώθηκε μέσω αρκετών νομικών κειμένων και είχε γίνει αποδέκτης πολλαπλής κριτικής.   

 Πηγή: http://peals-online.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου